Οι “μικρές γλώσσες” κινδυνεύουν να χαθούν ; το ερώτημα αυτό έχει
τεθεί πολλές φορές από ειδικούς επιστήμονες, πολίτες και γλωσσολόγους.
Και όλοι σχεδόν συγκλίνουν ότι ναι κινδυνεύουν να χαθούν και αυτό
προκύπτει άλλωστε από το γεγονός ότι από τις σχεδόν 6.000 γλώσσες που
μιλούσε κάποια στιγμή η ανθρωπότητα ,σήμερα επιβιώνουν μόνο ελάχιστες
(οι μελέτες δείχνουν ότι δεν ξεπερνούν τις 100 με την τάση και αυτές να
συρρικνωθούν . .
Οπως αναφέρει χαρακτηριστικά στο βιβλίο του “Η Δύναμη της Βαβέλ” ο
καθηγητής της Γλωσσολογίας στο Πανεπιστήμιο Mπέρκλεϊ της Kαλιφόρνιας Tζον
Mακ Γουόρτερ – με αντικείμενο την πορεία των γλωσσών μέσα στον χρόνο την
ανάπτυξή τους και τον κίνδυνο της εξαφάνισης πολλών εξ αυτών- “σήμερα,οι
γλώσσες βρίσκονται σε καθεστώς διαπάλης. H παγκοσμιοποίηση και ο
κατ’εξοχήν γλωσσικός εκπρόσωπός της, η αγγλική, δεν αφήνουν περιθώρια
κέρδους. Ωστόσο, ο αγώνας δρόμου που διεξάγεται για τη διατήρηση των
γλωσσών -ακόμη και στη δική μας την αυλή,όπως και στην αυλή των
Bρυξελλών-δεν αποτελεί μυστικό.
Oπως δεν αποτελεί μυστικό η πολεμική σχεδόν αντιπαράθεση που
υποκρύπτεται πίσω από όλο αυτόν τον αγώνα. H άρνηση, με λίγα λόγια, των
ισχυρών κέντρων εξουσίας να αποδεχθούν τη διαφορετικότητα της γλώσσας,
άρα και τη διαφορετικότητα των πολιτισμών. Kαι μολονότι δεν αναζητούμε,
κάθε φορά, πονηρούς κύκλωπες που επιδιώκουν να μας κατατροπώσουν,
αφαιρώντας μας το πλεονέκτημα της ταυτότητάς μας, δεν μπορεί παρά να
λάβουμε υπόψη μας ότι τα επόμενα χρόνια, μαζί με τη συρρίκνωση των
γλωσσών, θα γίνουμε μάρτυρες της συρρίκνωσης πολιτιστικών και
πολιτισμικών προτύπων. Kαι είναι ένα θέμα αυτό, που ακόμη και αν
αντιφεγγίζει ελάχιστα την απόλυτη αλήθεια, κυριαρχεί και στις πιο μύχιες
σκέψεις όλων εκείνων των διανοουμένων και των σύγχρονων φιλοσόφων, που
κατά καιρούς τάσσονται υπέρ της σύνθλιψης όσων πρεσβεύουν διαφορετικές
ιδέες και εκπροσωπούν διαφορετικούς πολιτισμούς>>.
Αυτή είναι η μία όψη του νομίσματος και είναι πέρα για πέρα αληθινή.
Η άλλη όψη είναι οτι τουλάχιστον στο πλαίσιο της Ε.Ε γίνεται μια
προσπάθεια για τη στήριξη της πολυγλωσσίας με διάφορες δράσεις οι οποίος
όμως δεν είναι σίγουρο ότι είναι αρκετές και αποδοτικές.
Αυτή τη στιγμή η Ε. Ε είναι η η πατρίδα 450 εκατομμυρίων ανθρώπων με
διαφορετικά εθνικά, πολιτιστικά, πολιτισμικά και γλωσσικά υπόβαθρα. Τα
γλωσσικά πρότυπα των ευρωπαϊκών χωρών είναι πολυσύνθετα, διαμορφωμένα
από την ιστορία, τους γεωγραφικούς παράγοντες και την κινη-
τικότητα των ανθρώπων. Η ΕΕ αναγνωρίζει, σήμερα, 25 επίσημες γλώσσες, ενώ περίπου 60 άλλες αυτόχθονες και μη γλώσσες ομιλούνται σε ολόκληρη αυτή τη γεωγραφική περιοχή.
τικότητα των ανθρώπων. Η ΕΕ αναγνωρίζει, σήμερα, 25 επίσημες γλώσσες, ενώ περίπου 60 άλλες αυτόχθονες και μη γλώσσες ομιλούνται σε ολόκληρη αυτή τη γεωγραφική περιοχή.
Οι τρεις κύριοι στόχοι της πολιτικής της Επιτροπής για την
πολυγλωσσία είναι να ενθαρρύνει την εκμάθηση γλωσσών, να προάγει μια
υγιή πολυγλωσσική οικονομία και να παράσχει στους πολίτες πρόσβαση στη
νομοθεσία, στις διαδικασίες και στις πληροφορίες της ΕΕ, στη δική τους
γλώσσα. Στο πλαίσιο αυτό συγκροτήθηκε και μια ομάδα διανοουμένων για να
συμβουλεύει την Επιτροπή στη συνεισφορά της πολυγλωσσίας στο
διαπολιτισμικό διάλογο .
Η ομάδα με πρόεδρο τον κ. Amin Maalouf, υποβάλλει προτάσεις σχετικά
με τον τρόπο με τον οποίο οι γλώσσες μπορούν να προωθήσουν το
διαπολιτισμικό διάλογο και την αμοιβαία κατανόηση με τη δημιουργία
εμφανούς διασύνδεσης μεταξύ τηςγλωσσικής πολυμορφίας και της ευρωπαϊκής
ολοκλήρωσης. Η ομάδα επικεντρώνεται στους πολίτες με μια «δεύτερη
μητρική γλώσσα», την
επονομαζόμενη επίσης «γλώσσα προσωπικής επιλογής», με την οποία ταυτίζονται για προσωπικούς ή επαγγελματικούς λόγους.
επονομαζόμενη επίσης «γλώσσα προσωπικής επιλογής», με την οποία ταυτίζονται για προσωπικούς ή επαγγελματικούς λόγους.
Τα μέλη της συγκεκριμένης ομάδας έκαναν κάποιες σχετικές προτάσεις
τονίζοντας οτι η γλώσσα προσωπικής επιλογής είναι ήδη πραγματικότητα για
συνεχώς περισσότερους πολίτες της ΕΕ που ταυτίζονται με μια άλλη γλώσσα
σε προσωπικό, πολιτιστικό και επαγγελματικό επίπεδο.
Δύο κύρια σημεία μπορούν να εντοπιστούν στις προτάσεις τους:
1. Οι διμερείς σχέσεις μεταξύ των χωρών της ΕΕ πρέπει να
πραγματοποιούνται στις γλώσσες των δύο εμπλεκόμενων χωρών παρά σε μια
τρίτη γλώσσα. Κάθε χώρα πρέπει να διαθέτει αρκετά άτομα που να κατέχουν
επαρκώς τη γλώσσα της άλλης και αντιστρόφως.
2. Η ΕΕ πρέπει να προωθήσει την έννοια μιας «γλώσσας προσωπικής
επιλογής», η οποία θα θεωρείται η «δεύτερη μητρική γλώσσα» για κάθε
ευρωπαίο πολίτη που έχει κίνητρο να μάθει μία γλώσσα. Χρειάζεται να
αποτελεί μέρος και εφόδιο της σχολικής εκπαίδευσης και των
πανεπιστημιακών σπουδών καθώς και της επαγγελματικής ζωής για όλους και
να είναι στενά συνδεδεμένη με πτυχές στον τομέα της ιστορίας, του
πολιτισμού και της λογοτεχνίας.
Αυτή γλώσσα προσωπικής επιλογής δεν θα είναι κανονικά αυτή που
χρησιμοποιείται για τη διεθνή επικοινωνία. Για την υποστήριξη αυτών των
επιχειρημάτων, υπάρχουν μια σειρά πρακτικών συλλογισμών
1. Η μετανάστευση έχει αυξανόμενο αντίκτυπο στην πολιτική,
οικονομική,κοινωνική και πνευματική ζωή στην Ευρώπη. Για τους
μετανάστες, η γλώσσα προσωπικής επιλογής θα είναι κανονικά η γλώσσα της
χώρας στην οποία επέλεξαν να ζήσουν.
2. Οι γλώσσες των μεταναστών που είναι πολίτες της ΕΕ πρέπει να
περιλαμβάνονται στις γλώσσες τις οποίες οι πολίτες της ΕΕ πρέπει να
ενθαρρύνονται να μαθαίνουν.
3. Για αυτούς τους Ευρωπαίους των οποίων η μητρική γλώσσα κατέχει
δεσπόζουσα θέση στον κόσμο, η εκμάθηση μιας γλώσσας προσωπικής επιλογής
είναι ιδιαίτερα σημαντική,προκειμένου να αποφευχθεί η απομόνωσή τους στη
μονογλωσσία.
4. Για να εξασφαλιστεί ότι αυτή η γλωσσική πολυμορφία θα διατηρηθεί,
οι χώρες πρέπει να δημιουργήσουν μια κοινή οργάνωση η οποία θα
επιφορτιστεί με το καθήκον της προώθησης της εκμάθησης της γλώσσας και
του πολιτισμού όλων από όλους
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου