Κυριακή 3 Ιανουαρίου 2016

ΝΑΙ στον διάλογο, αρκεί να μην είναι πρόσχημα για την αποφυγή πολιτικών ευθυνών και την αναζήτηση συνυπεύθυνων...


           
Το Νοέμβριο του 2014 δημοσιεύτηκε το κυβερνητικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ για την Παιδεία το οποίο περιείχε ποικίλες προτάσεις για την αντιμετώπιση των προβλημάτων του εκπαιδευτικού μας συστήματος, ενσωματώνοντας αρκετές από τις θέσεις των εκπαιδευτικών οργανώσεων. Υποστηρίχτηκε ότι οι προτάσεις αυτές θα αποτελούσαν πολιτική πυξίδα για τη εφαρμογή κυβερνητικής εκπαιδευτικής πολιτικής μετά τις εκλογές.
               Η επικράτηση του ΣΥΡΙΖΑ τον Ιανουάριο του 2015 άνοιξε το δρόμο για την εφαρμογή της πολιτικής του στον χώρο της εκπαίδευσης περνώντας από τον καταγγελτικό αντιπολιτευτικό του λόγο στην υποχρέωση υλοποίησης μιας νέας πολιτικής. Η εμπειρία της οκτάμηνης συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ έφερε στην επιφάνεια όλες τις υπαρκτές αδυναμίες καθώς επίσης και
τις λαϊκιστικές διακηρύξεις και αοριστίες ενός αντιμνημονιακού λόγου που οδήγησε στην εγκατάλειψη πολλών υποσχέσεων και διάψευση ελπίδων μιας διαφορετικής προοδευτικής πολιτικής.
               Στην πραγματικότητα όλο αυτό το παραπάνω διάστημα, βασική επιδίωξη της Κυβέρνησης υπήρξε η κατάργηση ορισμένων μέτρων που αφορούσαν κυρίως τον τρόπο επιλογής Στελεχών Εκπαίδευσης, τα Πειραματικά Σχολεία, τα Πρότυπα, την κατάργηση της αριστείας κ.λπ., μέτρα τα οποία αποδείχτηκαν εκ των υστέρων αναποτελεσματικά και ως προϊόντα ιδεοληψίας δεν συνετέλεσαν στην ουσιαστική αλλαγή του χαρακτήρα και της φυσιογνωμίας του σχολείου.
               Η νέα εκλογική νίκη των δυνάμεων της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ έφερε στην ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας νέα πρόσωπα που κλήθηκαν να συνεχίσουν το δρόμο της πολιτικής της προηγούμενης περιόδου με βάση ένα κυβερνητικό πρόγραμμα του οποίου η υλοποίηση βρίσκεται υπό καθεστώς επιτήρησης αλλά και συμβατικών υποχρεώσεων και δεσμεύσεων του τρίτου μνημονίου.
               Η νέα ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας, προφανώς κάτω από αυτές τις περιστάσεις έχει εξαγγείλει διαδικασίες εθνικού διαλόγου για την Παιδεία προκειμένου να διαμορφώσει τις κατάλληλες συνθήκες για την εξασφάλιση συναινετικών αποφάσεων για όλα τα θέματα της εκπαιδευτικής πολιτικής. Από τον τρόπο όμως που τα έχει δρομολογήσει και κυρίως τους θεσμούς και τα πρόσωπα που έχει επιλέξει προκύπτουν εύλογα ερωτήματα σχετικά όχι μόνο για τις βαθύτερες προθέσεις της νέας ηγεσίας του Υπουργείου αλλά και τις σκοπιμότητες που υποκρύπτονται.
               Τα παραπάνω ζητήματα έχουν σχέση με ερωτήματα όπως:
·        Χωρίς να αμφισβητείται η επιστημοσύνη των μελών της Επιτροπής Εθνικού Διαλόγου είναι άξιο απορίας γιατί τα περισσότερα από τα μέλη της προέρχονται από τον χώρο της ανανεωτικής και ριζοσπαστικής "αριστεράς" αποκλειστικά, έχοντας μάλιστα θητεύσει ως κυβερνητικοί αξιωματούχοι άλλων εποχών, δίχως μάλιστα να έχει ζητηθεί η γνώμη για την συμμετοχή σ’ αυτήν την επιτροπή προσωπικοτήτων ύστερα από γνώμη θεσμικών εκπαιδευτικών οργανώσεων και φορέων;
·        Είναι δυνατόν το έργο μιας τόσο σημαντικής Επιτροπής να ολοκληρώνεται μόλις μέσα σε τρεις μήνες και στη συνέχεια για όλο το επόμενο διάστημα να παγώσει τις δραστηριότητές της;
·        Αυτό το διάστημα είναι επαρκές για να αναπτυχτούν και να παρουσιαστούν με σφαιρικό και πολυεπίπεδο τρόπο όλες οι υπαρκτές αναζητήσεις και προτάσεις για όλο το φάσμα των προβλημάτων του εκπαιδευτικού μας συστήματος;
·        Πώς είναι δυνατόν να υπάρχει αξιοπιστία στον πολιτικό λόγο μιας ηγεσίας αλλά και έκφραση εμπιστοσύνης ότι οι αποφάσεις της επιτροπής θα γίνουν σεβαστές και θα αποτελέσουν τη βάση για τον σχεδιασμό και την εφαρμογή πολιτικής όταν για παράδειγμα, ενώ διατυπώνεται κάθετη αντίθεση αφενός για τις θέσεις που αναπτύσσονται στην πρόσφατη Έκθεση του ΟΟΣΑ, ομολογείται ότι αυτές θα γίνουν αντικείμενο συζήτησης (ωράριο διδασκαλίας εκπαιδευτικών, αναλογία μαθητή δασκάλου κ.λ.π.) προφανώς για να ληφθούν σχετικές αποφάσεις;
·        Ενώ αναγνωρίζεται ότι η συζήτηση για τα θέματα της εκπαιδευτικής πολιτικής είναι απαραίτητο να ξεκινήσει από τις κατώτερες βαθμίδες προς τις ανώτερες, για ποιο λόγο δεν υπάρχουν ως μέλη της επιτροπής αυτής μάχιμοι εκπρόσωποι της Προσχολικής εκπαίδευσης;
·        Ο Εθνικός Διάλογος σε ποια κείμενα θα στηριχτεί; Θα είναι ένας ασυντόνιστος,  γενικευμένος, απλουστευτικός διάλογος που δεν θα  στηρίζεται σε κανένα υπαρκτό πόρισμα επιστημονικών ερευνών αλλά και επιτροπών του Εθνικού Συμβουλίου Παιδείας που έχουν εκπονηθεί σε άλλες εποχές αλλά εντούτοις ακόμα και σήμερα έχουν επίκαιρο ενδιαφέρον και σημασία ;
·        Ποια θα είναι η σχέση μεταξύ της Επιτροπής Εθνικού Διαλόγου και Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής; Θα υπάρξει συντονισμός, αλληλοεπικάλυψη;
·        Τα προβλήματα της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης όπως η φυσιογνωμία του Ολοήμερου Σχολείου, η επιμόρφωση και μετεκπαίδευση των εκπαιδευτικών, τα σχολικά εγχειρίδια και τα αναλυτικά προγράμματα σπουδών, οι καινοτόμες δράσεις, η αναδιοργάνωση της διοίκησης της εκπαίδευσης, με ποιο τρόπο θα τύχουν ουσιαστικής προσέγγισης όταν για όλα αυτά τα παραπάνω ζητήματα απουσιάζουν όπως φαίνεται από τη συγκρότηση επιτροπής τεχνοκρατικά στελέχη και παιδαγωγοί που συμμετείχαν σε επιστημονικές επιτροπές για τα θέματα αυτά καταθέτοντας θέσεις και προβληματισμούς που είναι ιδιαίτερα χρήσιμοι και περιεκτικοί και για τη σημερινή πραγματικότητα ;
·        Η αντιμετώπιση των εκπαιδευτικών προβλημάτων πόσο εφικτή και αποτελεσματική μπορεί να είναι όταν δεν συνοδεύεται από ανάλυση των οικονομικών προϋποθέσεων για την ποιοτικής διαχείρισή τους;
·        Μήπως η διάθεση για διάλογο με τους ίδιους τους εκπαιδευτικούς και η διερεύνηση των θέσεων και των προβληματισμών τους είναι προϊόν απλά μιας θεωρητικής ευχής αφού δεν εξασφαλίζεται η άμεση συμμετοχή σε διαδικασίες εκπαιδευτικού πολιτικού διαλόγου με συγκεκριμένο τρόπο;
               Ο εθνικός διάλογος για την Παιδεία είναι αλήθεια ότι αποτελεί απαραίτητη διαδικασία για την εξασφάλιση των αναγκαίων συναινέσεων, αντιδιαστέλλεται όμως και είναι ασύμβατος με κάθε μορφής αιφνιδιασμούς, μονομέρειες προσχηματικές επιλογές και καθεστωτικές νοοτροπίες.
               Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης είναι διατεθειμένη να συμβάλλει θετικά σε μια διαδικασία ειλικρινούς και γόνιμου διαλόγου που θα έχει αρχές, χαρακτηριστικά, χρονοδιαγράμματα, συμμετοχή όλων. Σε κάθε περίπτωση που θα υπάρξει έστω και υπόνοια πως ο διάλογος θα έχει ως στόχο να επικυρώσει προαποφασισμένα σενάρια θα σταθεί απέναντι και θα καταγγείλει όσους έχουν τέτοιες απόψεις και πρακτικές.

              
Δημοκρατική Συνεργασία

Εκπαιδευτικών Π.Ε.