Οι μαζικές κινητοποιήσεις στην ημιαυτόνομη βορειοδυτική επαρχία Ξινγιάνγκ της Κίνας δεν έχουν μόνο εθνικιστικά ή θρησκευτικά κίνητρα αλλά και ταξικά
Ο πόλεμος στο Διαδίκτυο, η ακτιβίστρια Ρεμπίγια Καντίρ και το «Ανατολικό Τουρκεστάν»
Ο πόλεμος στο Διαδίκτυο, η ακτιβίστρια Ρεμπίγια Καντίρ και το «Ανατολικό Τουρκεστάν»
Την αιματηρότερη επιχείρηση καταστολής διαδηλώσεων από τον καιρό της σφαγής στην πλατεία Τιανανμέν πριν από 20 χρόνια, εξαπέλυσε την περασμένη εβδομάδα η κινεζική κυβέρνηση εναντίον της μαχητικής μειονότητας των Ουιγούρων, η πλειονότητα των οποίων ζει στην αυτόνομη βορειοδυτική επαρχία Ξινγιάνγκ, διεκδικώντας επί δεκαετίες την πλήρη αυτονόμησή της από το Πεκίνο. Υπάρχει πάντως ουσιαστική διαφορά μεταξύ της φοιτητικής εξέγερσης του 1989 που κατέληξε στην Τιανανμέν και των πραγματικών οδομαχιών στην επικράτεια των Ουιγούρων. Εδώ οι συγκρούσεις έγιναν μεταξύ της ουιγουριανής μειονότητας και των «εποίκων» Κινέζων, και η εξεγερμένη μειονότητα δεν στρεφόταν κατά της κυβέρνησης του Πεκίνου. Αντιμέτωπη με τις μαζικές κινητοποιήσεις των ντόπιων, οι οποίες δεν έχουν ρίζες μόνον εθνικιστικές ή θρησκευτικές, αλλά και βαθιά ταξικές, το...φαιοκόκκινο «κομμουνιστικό» κινεζικό καθεστώς κατέφυγε στη μόνη μέθοδο που γνωρίζει: την αποστολή τακτικού στρατού η οποία οδηγεί πάντοτε σε αιματοχυσία. Περίπου 20.000 επίλεκτοι στρατιώτες, εκατοντάδες τεθωρακισμένα οχήματα, ακόμη και μαχητικά ελικόπτερα επιστρατεύτηκαν για να καταστείλουν την εξέγερση, που ξεκίνησε την περασμένη Κυριακή στην πόλη Ουρούμτσι και πνίγηκε τα επόμενα 24ωρα κυριολεκτικά στο αίμα. Φοβούμενος ευρύτερες συνέπειες και προκειμένου να επιβλέψει προσωπικά την επιχείρηση καταστολής, ο κινέζος πρόεδρος Χου Ζιντάο εγκατέλειψε την Τετάρτη τη σύνοδο του G8, στη Ρώμη, ματαίωσε την προγραμματισμένη επίσκεψή του στην Πορτογαλία και επιστρέφει στη χώρα του. Νεότερες πληροφορίες δείχνουν ότι ο σπινθήρας που άναψε τη φλόγα της εξέγερσης εκδηλώθηκε χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από την Ξινγιάνγκ- και για την ακρίβεια, στους κοιτώνες των εργαζομένων της παιχνιδοβιομηχανίας «Εarly Light» στην πόλη Σαογκουάν, στη Νότια Κίνα. Ακολουθώντας τη νέα στρατηγική της κινεζικής κυβέρνησης, που προάγει την πρόσληψη φτωχών μειονοτικών εργατών με ακόμη χαμηλότερους μισθούς από το συνηθισμένο, ο ιδιοκτήτης της βιομηχανίας- ένας «κόκκινος μανδαρίνος» του Χονγκ Κονγκ- απέλυσε πρόσφατα εκατοντάδες κινέζους Χαν εργάτες και προσέλαβε στη θέση τους 800 Ουιγούρους. Ενας από τους απολυθέντες επιχείρησε να εκδικηθεί «ανεβάζοντας» στο Διαδίκτυο την «είδηση» ότι δύο κινέζες εργάτριες βιάστηκαν από έξι Ουιγούρους μέσα στο εργοστάσιο, κατηγορία που αργότερα αποδείχτηκε πλαστή. Ηταν όμως αρκετή- σε συνδυασμό με την κινεζική εθνικιστική προπαγάνδα υπέρ των Χαν και κατά των «άξεστων» και «βάρβαρων» μειονοτήτων - για να οδηγήσει εκατοντάδες οπλισμένους Χαν στους κοιτώνες όπου σκότωσαν δύο και τραυμάτισαν 81 ουιγούρους εργάτες... Ενα βίντεο από την άγρια επίθεση «ανέβηκε» με τη σειρά του στο Διαδίκτυο, που οδήγησε στη διαδήλωση της Κυριακής- με τα γνωστά δραματικά αποτελέσματα... Παρά την απουσία «σκληρών» εικόνων καταστολής, όπως αυτές της Τεχεράνης, η βίαιη επίθεση κατά των Ουιγούρων σύντομα απέκτησε διεθνείς διαστάσεις, καθώς όχι μόνον η μουσουλμανική Τουρκία και άλλες ισλαμικές χώρες αλλά και μεγάλες δυνάμεις όπως οι ΗΠΑ και η Γαλλία κάλεσαν το Πεκίνο να επιδείξει «αυτοσυγκράτηση». Μάλιστα ο πρωθυπουργός Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν - ο οποίος εδώ και χρόνια επιχειρεί να παίξει τον ρόλο του «Πατέρα όλων των Τούρκων» στις τουρκόφωνες περιοχές της Κεντρικής Ασίας- κατηγόρησε την κυβέρνηση του Πεκίνου για «αγριότητες» και «σφαγές» στο Ξινγιάνγκ, τροφοδοτώντας με τον τρόπο του τα βίαια επεισόδια που σημειώθηκαν έξω από την πρεσβεία της Κίνας στην Αγκυρα. Αντίστοιχες διαδηλώσεις εξόριστων Ουιγούρων σημειώθηκαν έξω από τις κινεζικές πρεσβείες στη Γαλλία, στη Γερμανία και στην Ολλανδία, ενώ ανακοινώσεις σε σκληρό ύφος εξέδωσε και ο Οργανισμός Ισλαμικής Διάσκεψης, καλώντας το Πεκίνο να λάβει επιτέλους υπόψη του τις «βαθιές ρίζες» του προβλήματος της μουσουλμανικής μειονότητας στην Κίνα, το οποίο πρέπει να επιλυθεί με πολιτικά μέσα και όχι με τη βία. Ακολούθησε η Υπατη Αρμοστής του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα Ναβί Πιλάι, η οποία κάλεσε τους ηγέτες των δύο αντιμαχόμενων κοινοτήτων στην Ξινγιάνγκ να αποτρέψουν νέα ξεσπάσματα βίας και απώλειες ανθρώπινων ζωών, τονίζοντας ότι αν δεν αποδοθεί δικαιοσύνη για τα θύματα των ταραχών «υπάρχει κίνδυνος να συνεχιστεί ένας φαύλος κύκλος μίσους, βίας και αντεκδίκησης». Η Ρωσία όπως και η Ινδία και η Ιαπωνία, για τους δικούς της λόγους, χαρακτήρισαν (ανεπισήμως) τις συγκρούσεις «εσωτερική υπόθεση» της Κίνας και την Ξινγιάνγκ «αναπόσπαστο κομμάτι της κινεζικής επικράτειας». Αντιμέτωπες- για πολλοστή φορά- με τις διεθνείς αντιδράσεις, οι κινεζικές αρχές έσπευσαν να κατηγορήσουν την εξόριστη στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη ηγεσία των Ουιγούρων για «υποκίνηση των τρομοκρατών» μεταξύ του μειονοτικού πληθυσμού: Στο στόχαστρό τους τέθηκε από την πρώτη στιγμή η Ρεμπίγια Καντίρ, μια 62χρονη ουιγούρα επιχειρηματίας και ακτιβίστρια που ζει αυτοεξόριστη στην Αμερική από το 2005 και ηγείται του Παγκόσμιου Συμβουλίου Ουιγούρων (WUC). Η Καντίρ διέψευσε τις κατηγορίες και απάντησε με άρθρο της στην ασιατική έκδοση της «Wall Street Journal». Επικαλούμενη μάλιστα πηγές Ουιγούρων στο «Ανατολικό Τουρκμενιστάν»- ονομασία που οι ένοπλοι μουσουλμάνοι χρησιμοποιούν για να ορίσουν αυτή την περιοχή της Βορειοδυτικής Κίνας-, οι εθνοτικές ταραχές δεν περιορίστηκαν στο Ουρούμτσι, αλλά επεκτείνονται σε άλλες περιοχές της επαρχίας, κυρίως στο Κασγκάρ, στο απώτερο δυτικό τμήμα όπου μη επιβεβαιωμένες πληροφορίες έκαναν λόγο για 100 νεκρούς. Κατήγγειλε επίσης ότι οι ταραχές ξέσπασαν μετά την «υπερβολική χρήση βίας» των κινέζων αστυνομικών σε μια διαδήλωση που ξεκίνησε ειρηνικά, και τόνισε ότι «οι κινεζικές αρχές διεξάγουν έρευνες από σπίτι σε σπίτι και συλλαμβάνουν αδιακρίτως τους άνδρες Ουιγούρους». Πέρυσι τον Ιούλιο δύο φανατικοί ισλαμιστές της μειονότητας, μέλη της οργάνωσης Ισλαμικό Κίνημα του Ανατολικού Τουρκεστάν επιτέθηκαν με ένα απορριμματοφόρο σε ομάδα άοπλων αστυνομικών που έκανε «τζόγκινγκ» σε κεντρικό δρόμο της πόλης Κασγκάρ, λίγες ημέρες πριν από την έναρξη των Ολυμπιακών Αγώνων... Δεκάδες αστυνομικοί παρασύρθηκαν από το βαρύ όχημα, προτού αυτό προσκρούσει σε κολόνα και ακινητοποιηθείαλλά η επίθεση είχε μόλις αρχίσει: αντί να εξαφανιστούν μέσα στον αρχικό πανικό, οι δύο δράστες κατέβηκαν από το φορτηγό και επιτέθηκαν στους τραυματίες με αυτοσχέδιες χειροβομβίδες και μαχαίρια, σκοτώνοντας επί τόπου 16 εξ αυτών και πληγώνοντας βαριά τουλάχιστον 25 άλλους. Οι δύο άνδρες συνελήφθησαν και εκτελέστηκαν τον περασμένο Απρίλιο, όπως έχουν εκτελεστεί πριν από αυτούς δεκάδες άλλα στελέχη του αυτονομιστικού κινήματος.
Πρόκειται για σουνιτική μειονότητα περίπου 8 εκατομμυρίων τουρκόφωνων, η οποία ζει εδώ και αιώνες στην περιοχή κοντά στο πάντοτε ταραγμένο αλπικό «τετραεθνές» σύνορο της Κίνας με το Αφγανιστάν, το Πακιστάν και την Κιργιζία. Για την ακρίβεια, στην (κατ΄ όνομα μόνον) αυτόνομη κινεζική επαρχία ζει μόλις το εν τρίτον των- πλέον των 20 εκατομμυρίων- τουρκόφωνων σουνιτών Ουιγούρων, που έχουν διασπαρεί τους τελευταίους αιώνες σε ολόκληρη την Κεντρική Ασία. Μάλιστα το λάβαρο ή σωστότερα το «μπαϊράκι» του Ισλαμικού Κινήματος του Ανατολικού Τουρκεστάν, της σημαντικότερης οργάνωσης- εθνοαπελευθερωτικής για τους ντόπιους, τρομοκρατικής για τους Κινέζους-, είναι πιστό αντίγραφο της τουρκικής σημαίας, με μόνη διαφορά το μπλε, αντί για κόκκινο, φόντο της Ημισελήνου. Οι Ουιγούροι θεωρούν εαυτούς πολιτισμικά και εθνοτικά συγγενείς με τους άλλους τουρκόφωνους λαούς της Κεντρικής Ασίας, και ασχολούνται παραδοσιακά, επί αιώνες, με τη γεωργία και το εμπόριο. Οι μεγάλες πόλεις τους, όπως το Κάσγκαρ (Κάσι, για τους Κινέζους), άνθησαν ως σταθμοί των καραβανιών κατά μήκος του θρυλικού «δρόμου του μεταξιού». Στις αρχές του 20ού αιώνα, εκμεταλλευόμενοι την κατάρρευση της αυτοκρατορικής ισχύος της Κίνας και την εισβολή ξένων δυνάμεων στις παράκτιες περιοχές, οι Ουιγούροι αυτοανακηρύχθηκαν ανεξάρτητοι, αλλά μόνο για σύντομο χρονικό διάστημα, αφού η περιοχή περιήλθε υπό τον απόλυτο έλεγχο της κομμουνιστικής Κίνας το 1949. Οι εξόριστοι υποστηρίζουν ότι η Κίνα συστηματικά υπερβάλλει όσον αφορά την απειλή που παρουσιάζουν οι ουιγούροι αυτονομιστές, ώστε να δικαιολογήσει τη στρατιωτική βία εις βάρος τους. Το Πεκίνο κατηγορείται επίσης ότι οργανώνει μαζική μετανάστευση Κινέζων Χαν στην Ξινγιάνγκ για να αλλοιώσει τη σύνθεση του πληθυσμού. Πράγματι οι Κινέζοι Χαν αντιπροσωπεύουν σήμερα περίπου το 40% των κατοίκων της επαρχίας Ξινγιάνγκ, ενώ μόλις το 45% είναι Ουιγούροι. Η αλλοίωση του δημογραφικού χαρακτήρα της περιοχής επιτείνεται όμως και από το ίδιο το ιδιότυπο καθεστώς αυτονομίας, το οποίο επιτρέπει στους Ουιγούρους- σε αντίθεση με τη συντριπτική πλειονότητα των υπόλοιπων Κινέζων- να μεταναστεύουν χωρίς ειδικές άδειες για να δουλέψουν ως εργάτες στις ραγδαία αναπτυσσόμενες βιομηχανικές πολιτείες της Ανατολικής Κίνας. Ετσι στο Ουρούμτσι, το θέατρο των τελευταίων συγκρούσεων, οι Ουιγούροι δεν ξεπερνούν το 10% του πληθυσμού, ενώ οι Χαν αποτελούν τη συντριπτική πλειονότητα. Γι΄ αυτό και μετά το πρώτο ξέσπασμα της περασμένης Κυριακής κατά των Χαν, οι Ουιγούροι βρέθηκαν σε θέση άμυνας, και στην ουσία προστατεύτηκαν από τον στρατό για να μην εξολοθρευτούν από τον οπλισμένο όχλο.
Πηγή: Εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου